- μινυογραφία
- ηβλ. μινιογραφία.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
μινιογραφία — και μινυογραφία, η 1. η τέχνη τής ζωγραφικής με μίνιο, κυρίως, μικρής εικόνας σε χειρόγραφο και η διακόσμηση προμετωπίδων, επιτίτλων, αρχικών γραμμάτων με διάφορα συμβολικά ή μη σχήματα 2. εικόνα ή διακοσμητικό μοτίβο αυτής τής τεχνικής, η… … Dictionary of Greek